Οι εξελίξεις επιβάλλουν να πάρουν πάνω τους οι εργαζόμενοι την οργάνωση του αγώνα
Μια μικρή αναδρομή στην ιστορία της Βιομηχανίας, μέχρι τη σημερινή κλιμάκωση της εργοδοτικής επίθεσης
Οι πιέσεις και οι εκβιασμοί για την υπογραφή ατομικών συμβάσεων με μειωμένο μισθό, κατάργηση δικαιωμάτων και επιδομάτων, οι εκδικητικές αλλαγές σε πόστα για τους εργαζόμενους που δεν υπογράφουν, οι προτάσεις για «εθελούσια» έξοδο βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.
Οι εξελίξεις αυτές είναι παράγωγα της πολιτικής που χτυπάει τα εργασιακά δικαιώματα και τους μισθούς, για να κάνει φθηνότερη την εργατική δύναμη. Σχετίζονται επίσης με τις εξελίξεις στην αγροτική παραγωγή, καθώς λόγω της ΚΑΠ συρρικνώθηκε ο αγροτικός πληθυσμός και, βέβαια, το αγροτικό εισόδημα.
Τα τελευταία χρόνια, η ετήσια παραγωγή λιπασμάτων βρίσκεται στα επίπεδα των 700.000 τόνων, από 2.000.000 και πλέον τόνους παλιότερα. Το 2014, το 98% των λιπασμάτων που χρησιμοποιήθηκαν για τις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής ήταν εισαγόμενο, ενώ την τελευταία μόνο 20ετία χάθηκαν περισσότερες από 4.000 θέσεις εργασίας σ' αυτόν τον κλάδο της βιομηχανίας.
Ενδεικτικά, η ΑΕΒΑΛ, που λειτουργούσε στην Πτολεμαΐδα και το 1990 απασχολούσε 1.000 άτομα, έκλεισε οριστικά το 1998. Η «Λιπάσματα Δραπετσώνας ΑΕ», που αργότερα τη διαδέχτηκε η «Συνεταιριστικά Λιπάσματα ΑΕ», έκλεισε οριστικά το 1999, πετώντας στο δρόμο περίπου 700 εργαζόμενους.
Επιταχύνθηκε η συγκέντρωση στον κλάδο
Η πορεία συγκέντρωσης στον κλάδο συνεχίστηκε το 2000, με τη συγχώνευση των δύο πιο σημαντικών βιομηχανιών του χώρου, της «Βιομηχανίας Φωσφορικών Λιπασμάτων» (Καβάλα) και των «Χημικών Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ΑΒΕΕ» (Θεσσαλονίκη).
Στη νέα επιχείρηση, που διατήρησε την ονομασία ΒΦΛ, τον έλεγχο είχαν η Εθνική Τράπεζα με ποσοστό 24,23%, η Εμπορική Τράπεζα με ποσοστό 40,72%, η Alpha Τράπεζα με 18,3% και μικρότερα ποσοστά κατείχαν εταιρείες γαλλικών συμφερόντων.
Τότε απασχολούνταν περίπου 1.400 άτομα. Μέσα σε μια πενταετία ο αριθμός των εργαζομένων μειώθηκε περίπου κατά 300 - 400 άτομα, κυρίως μέσα από «οικειοθελείς» αποχωρήσεις, συνταξιοδοτήσεις κ.λπ. Στο εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης απασχολούνταν 430 άτομα μόνιμο προσωπικό (200 υπαλληλικό και 230 εργατοτεχνίτες) και 180 εργαζόμενοι που δούλευαν επί χρόνια στην εταιρεία, μέσω εργολάβων. Στο εργοστάσιο της Καβάλας απασχολούνταν 620 εργαζόμενοι.
Το 2006, οι μέτοχοι της ΒΦΛ αποφάσισαν να κλείσουν το εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης και να πετάξουν στο δρόμο τους περίπου 600 εργαζόμενους, στο πλαίσιο της υλοποίησης σχεδίου για την «παραγωγική αναδιάρθρωση της επιχείρησης, με σκοπό την οικονομική εξυγίανσή της και την επαναφορά της στην κερδοφορία».
Το Σεπτέμβρη του 2009, η τότε κυβέρνηση της ΝΔ ανακοίνωσε την πώληση της ΒΦΛ στον Λαυρεντιάδη. Το 2010, η εταιρεία εντάχθηκε στον όμιλο ως ELFE. Από το 2011, το εργοστάσιο της Καβάλας κάνει ρεκόρ παραγωγής και πωλήσεων, αλλά οι εργαζόμενοι βρίσκονται μονίμως στο στόχαστρο της εργοδοσίας.
Για να συμπιέσει κι άλλο το κόστος παραγωγής, ο καινούργιος ιδιοκτήτης προχώρησε στη σύσταση νέας εταιρείας, της «ΕΛΛΑΓΡΟΛΙΠ» (Ελληνικά Αγροτικά Λιπάσματα), η οποία υπέγραψε σύμβαση με την ΕLFE για να εμπορεύεται τα λιπάσματα και να διαχειρίζεται τις μονάδες νιτρικών, θειικού οξέος και αμμωνίας. Εξι μήνες μετά, δημιουργήθηκε η PFIC, η οποία ανέλαβε τις υπόλοιπες μονάδες του εργοστασίου (συνθετικών λιπασμάτων, φωσφορικού οξέος, κ.λπ.), αφήνοντας επί της ουσίας χωρίς αντικείμενο την ELFE.
Οι τελευταίες εξελίξεις
Η εργοδοτική επιθετικότητα στην ELFE κλιμακωνόταν βήμα βήμα, με την ανοχή ή και τη στήριξη της συνδικαλιστικής πλειοψηφίας στο σωματείο: Αρχικά, εκφράστηκε με τη μείωση του «εργασιακού κόστους» κατά 5 εκατ. ευρώ. όπως προέβλεπε η επιχειρησιακή ΣΣΕ (οργανισμός) που συνυπέγραψε το σωματείο το 2013, στο όνομα τού να παραμείνει ανταγωνιστική η επιχείρηση. Μετά, με τους εργολαβικούς που περνούσαν από τη μία εργολαβική εταιρεία στην άλλη και κάθε φορά έχαναν μισθούς και δικαιώματα.
Η επίθεση πέρασε στη συνέχεια στους ανειδίκευτους και τους χειριστές μηχανημάτων - κλαρκ, φορτωτών κ.λπ. - και ακολούθως στους μόνιμους, που κατέληξαν «δανεικοί», καθώς λίγο πριν από τη λήξη της μετενέργειας της σύμβασης, η ELFE προχώρησε στο δανεισμό όλων των εργαζομένων με σύμβαση αορίστου χρόνου στις «καινούργιες» εταιρείες που ελέγχει ο όμιλος Λαυρεντιάδη (ΕΛΛΑΓΡΟΛΙΠ - PFIC).
Με τη λήξη της μετενέργειας, στις αρχές του 2016 ξεκίνησε η προσπάθεια επιβολής ατομικών συμβάσεων, με μειώσεις μισθών έως και 40%. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση αποφάσισε να απαλλάξει τη βιομηχανία από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο, με το πρόσχημα ότι αυτό χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη, εξέλιξη που παρουσιάστηκε από κυβέρνηση - εργοδοσία - διοίκηση σωματείου ως θετική για τα συμφέροντα των εργαζομένων, καθώς υποτίθεται πως θα στερούσε ένα επιχείρημα από την εργοδοσία για την επίθεση που έχει εξαπολύσει.
Ομως, η εργοδοσία συνέχισε και πρότεινε «εθελούσια» έξοδο για όλους τους εργαζόμενους και επαναπρόσληψη στις νέες εταιρείες με ατομικές συμβάσεις διάρκειας 14 μηνών!
Η κυβέρνηση κατάργησε τελικά τη συγκεκριμένη τροπολογία, στο πλαίσιο των παζαριών με το κουαρτέτο και των ανταγωνισμών ανάμεσα σε μερίδες του κεφαλαίου στην Ελλάδα, για να φέρει νέα, με την οποία απαλλάσσονται από την καταβολή του ΕΦΚ στο φυσικό αέριο όλες οι βιομηχανίες που το χρησιμοποιούν για ηλεκτροπαραγωγή! Επιπρόσθετα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται τώρα να φιλοδωρήσει τις μεγαλοεπιχειρήσεις και με άλλα προνόμια και επιδοτήσεις, μέσα από τον «αναπτυξιακό νόμο».
Ο ρόλος του εργοδοτικού συνδικαλισμού
Το ΔΣ του σωματείου, όπου ανάμεσα σε άλλους εκπροσωπείται συνδικαλιστικά και η ναζιστική Χρυσή Αυγή, όλα τα προηγούμενα χρόνια έβαλε πλάτη στην εργοδοσία, καλλιεργώντας εφησυχασμό και συντεχνιασμό στους εργαζόμενους. Τέτοια ήταν η στάση της όταν έκλειναν η μία μετά την άλλη οι λιπασματοβιομηχανίες, όταν παραδινόταν το εργοστάσιο στους ιδιώτες, όταν μπήκαν μέσα οι εργολαβικές εταιρείες, αλλάζοντας ριζικά το τοπίο στις εργασιακές σχέσεις μέσα σε μια νύχτα.
Κουβέντα δεν είπαν όταν οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ τούς καλούσαν να οργανώσουν την αγωνιστική απάντηση των εργαζομένων στην επίθεση της εργοδοσίας, που επέβαλε μειώσεις μισθών στους εργολαβικούς, μια επίθεση που, όπως αποδείχτηκε από τη ζωή, δεν σταμάτησε σε αυτούς.
Ακόμα και τώρα, που η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, το ΔΣ αρνείται να αποφασίσει απεργιακή κινητοποίηση και σχέδιο κλιμάκωσης του αγώνα, όπως προτείνουν οι δυνάμεις του ΠΑΜΕ, αλλά συνεχίζει τις συναντήσεις με βουλευτές και άλλους παράγοντες, ενώ βαφτίζει τις Γενικές Συνελεύσεις «ενημερωτικές», μη τυχόν παρθεί απόφαση για απεργιακό αγώνα!
Ακόμα και σήμερα, που απαιτείται η μέγιστη δυνατή ενότητα των εργαζομένων, η πλειοψηφία στο σωματείο αρνείται να κάνει μέλη όλους τους άλλους εργαζόμενους του εργοστασίου, ανεξάρτητα από σχέση εργασίας, παρά τις επίμονες προσπάθειες των δυνάμεων του ΠΑΜΕ. Αποδεικνύεται από τα ίδια τα πράγματα ότι όσο οι εργαζόμενοι υποχωρούν απέναντι στις αξιώσεις της εργοδοσίας, όχι μόνο δεν διασφαλίζουν τις θέσεις εργασίας, αλλά η επίθεση στα δικαιώματά τους μεγαλώνει ύστερα από κάθε συμβιβασμό.
Από αυτή τη σκοπιά, είναι πράγματι μνημειώδης η ανακοίνωση με την οποία η πλειοψηφία διαμαρτύρεται για τις σημερινές εξελίξεις, παρά το γεγονός ότι «οι εργαζόμενοι όλα αυτά τα χρόνια στηρίξαμε την εταιρεία αποδεχόμενοι μεγάλες μειώσεις μισθολογικού κόστους, την διευκολύναμε σε χρονίζουσες οφειλές προς εμάς και βάλαμε πλάτη σε όλες τις διαρθρωτικές αλλαγές που μας ζητήθηκαν», όπως γράφει κυνικά σε ανακοίνωσή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.